Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Θεόδωρος Μεγαλοοικονόμου : «Κόφτης» αντί για απάντηση στα χρόνια προβλήματα της ειδικής αγωγής

Λέει, λοιπόν, κάποιος/α B.T, πιθανόν ιδιοκτήτης θεραπευτικού κέντρου: «Τα παιδιά από πού έπαιρναν τις εγκρίσεις, κύριε Πολάκη; Γιατί ψευδώς κατηγορείτε τους θεραπευτές και τους ιδιώτες για ψεύτικες εγκρίσεις ενώ τα παιδιά αξιολογούνται από τα δημόσια νοσοκομεία; Αν μπορούσε το Κράτος ας είχε δημόσιες δομές για να εξυπηρετεί αυτές τις θεραπείες και όχι να στηρίζεται σε ελεύθερους επαγγελματίες… Είναι δυνατόν να υπογράψει κάποιος (σύμβαση με τον ΕΟΠΥΥ) χωρίς εκ των προτέρων να γνωρίζει αν με τα λεφτά που θα παίρνει μετά από 3 ή 6 μήνες θα μπορεί να πληρώνει τους θεραπευτές, το ενοίκιο, τους λογαριασμούς και την εφορία του;» (ΕφΣυν, 21/1/17 ). 
Πράγματι, αν οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας για ενήλικες (πέραν του ποιοτικά άκρως προβληματικού χαρακτήρα τους) είναι ποσοτικά ανεπαρκείς και άκρως υποστελεχωμένες, αυτό (η ποσοτική ανεπάρκεια και υποστελέχωση) ισχύει στη νιοστή για τις παιδοψυχιατρικές υπηρεσίες. 
Το λεγόμενο «Δημόσιο», εν προκειμένω, αποτελείται από ελάχιστα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα - και ακόμα λιγότερες μονάδες νοσηλείας. Το ραντεβού σ΄ ένα Ιατροπαιδαγωγικό Κέντρο μπορεί να πάρει μήνες για να γίνει. Και το κυριότερο: τα Κέντρα αυτά δεν παρέχουν θεραπείες (πλην σε ελάχιστες, πολύ ειδικές περιπτώσεις - και όχι όλα). Κάνουν μόνο διάγνωση/αξιολόγηση και «συνταγογραφούν» τις προτεινόμενες θεραπείες (λογοθεραπεία, εργοθεραπεία, ψυχοθεραπεία, μαθησιακή στήριξη κλπ), οι οποίες θα πρέπει να γίνουν σε ιδιωτικά κέντρα. 
Γιατί τα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα είναι, και ήταν ανέκαθεν, τόσο υποστελεχωμένα, που, ανεξάρτητα από τις όποιες προθέσεις των λειτουργών που εργάζονται σε αυτά, ούτε τις αξιολογήσεις δεν προλαβαίνουν να κάνουν – γι΄ αυτό και η καθυστέρηση στα ραντεβού που, τελευταία, σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί να φτάνει και στον ένα χρόνο. 
Αυτή η κατάσταση (που δεν δημιουργήθηκε, αλλά απλώς επιδεινώθηκε με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης) είχε ως συνέπεια το σύστημα των παιδοψυχιατρικών υπηρεσιών να συγκροτηθεί με συστατικό του στοιχείο την ανάθεση της πλειονότητας των θεραπειών στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό, με τη σειρά του, συνετέλεσε στην ανάδυση και εμπέδωση μιας κουλτούρας, ενός ορισμού, από τις ίδιες τις υπηρεσίες του Δημοσίου, του αντικειμένου τους ως κάτι που αφορά κυρίως, ή και αποκλειστικά, την διάγνωση/αξιολόγηση, αλλά όχι την θεραπεία. 
Απέναντι σ΄ αυτήν την κατάσταση ενός κάτισχνου «Δημόσιου», πολλοί θεραπευτές (λογοθεραπευτές, ειδικοί παιδαγωγοί, ψυχολόγοι, εργοθεραπευτές κλπ) οδηγήθηκαν στην ποικίλων μορφών ιδιωτική παροχή υπηρεσιών (ως ελευθεροεπαγγελματίες, ως εργαζόμενοι στα πολυάριθμα ιδιωτικά κέντρα κλπ). Είναι η εσαεί απουσία του «Δημόσιου» από το εν λόγω πεδίο, που οδήγησε στην άνθιση του ιδιωτικού, με όλες τις συνεπαγόμενες παρενέργειές του - την ίδια στιγμή που αυτή η συγκρότηση του συστήματος δημιούργησε και εδώ, όπως παντού, τους γνωστούς «παράλληλους», ή «υπόγειους», διαύλους μιας κακοήθους συνέργιας δημόσιου – ιδιωτικού τομέα και τροφοδότησης του δεύτερου από τον πρώτο. 
Και φυσικά, οι λογοθεραπείες, πχ, που είχαν τιμολογηθεί πιο ακριβά, μπορούσαν να είναι το ποσοτικό αντιστάθμισμα (ένα, ανάμεσα σε πολλά άλλα) για την χαμηλή τιμολόγηση των άλλων θεραπειών. Και φυσικά, επίσης, οι φτωχές οικογένειες (αυτές που είχαν ασφάλιση - δεν μιλάμε για τις ανασφάλιστες) οι οποίες δεν είχαν να πληρώσουν την προκαταβολή στο ιδιωτικό κέντρο (ακόμα και αν την έπαιρναν πίσω, έστω πολύ αργότερα) οδηγούνταν στο ν΄ αφήνουν τα παιδιά τους χωρίς θεραπεία. 
Τώρα, με τη μείωση κατά 40% των δαπανών για την Ειδική Αγωγή, όχι μόνο αυτά τα παιδιά, αλλά και πολύ περισσότερα, θα μείνουν χωρίς την αναγκαία θεραπεία. Γιατί οι όποιες «αθέμιτες πρακτικές» στην Ειδική Αγωγή, όπως παντού σ΄ αυτή την κοινωνία, και η υποτιθέμενη καταπολέμησή τους, δεν χρησιμοποιούνται παρά ως απλό λεκτικό περιτύλιγμα και άλλοθι για την εφαρμογή μιας στενά οικονομίστικης, στυγνά λογιστικής προσέγγισης, που, Ξανθός και Πολάκης εφαρμόζουν κατ΄ εντολήν των τροϊκανών «εταίρων». 
Η αντιμετώπισή τους μπορεί να γίνει μόνο μέσα από την στόχευση στην ρίζα του προβλήματος : με την ριζική αναδιάρθρωση του συστήματος των δημόσιων υπηρεσιών, με τον ταυτόχρονο πολλαπλασιασμό και την τομεοποιημένη, καθώς και κοινοτικά βασισμένη λειτουργία τους, με τρόπο ώστε να απευθύνονται σε μικρούς σχετικά πληθυσμούς, με δωρεάν και υψηλού ποιοτικά επιπέδου παροχή του πλήρους φάσματος των διαγνωστικών και θεραπευτικών υπηρεσιών  - πράγμα που, φυσικά, απαιτεί, μεταξύ πολλών άλλων, μαζικές προσλήψεις προσωπικού όλων των αναγκαίων ειδικοτήτων και επομένως, δραστική αύξηση και όχι περικοπή των σχετικών δαπανών. 
Η όποια διαπραγμάτευση για τις λεγόμενες «συλλογικές συμβάσεις» με τον ΕΟΠΥΥ, στη βάση της προϋποτιθέμενης και αδιαφιλονίκητης διαιώνισης της λειτουργίας του υπάρχοντος συστήματος, με σκοπό απλώς την διατήρηση, ή μη επιδείνωση, της θέσης του καθενός εκ των παικτών εντός αυτού, δεν πρόκειται να έχει κανένα θετικό αποτέλεσμα για τους άμεσα ενδιαφερόμενους, για τα χιλιάδες παιδιά που μένουν αβοήθητα (τα οποία, απλώς, όταν μεγαλώσουν, «παραδίδονται» στις υπηρεσίες ενηλίκων) και τις οικογένειές τους. Αλλά και για τους εργαζόμενους στα ιδιωτικά κέντρα Ειδικής Αγωγής. Γιατί, πολλά, τα πιο μικρά, θα κλείσουν. Τα πιο μεγάλα θα προσπαθήσουν να επιβιώσουν εις βάρος των όποιων εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζόμενων σε αυτά. 
Η διεκδίκηση της διατήρησης των όποιων κεκτημένων είναι αξεδιάλυτα συνδεδεμένη με την διεκδίκηση, σε πρώτο πλάνο, ενός άλλου, ριζικά εναλλακτικού συστήματος δημόσιων και δωρεάν υπηρεσιών.
Και μη ξεχνάμε, αναφορικά με τον χαρακτήρα που θα 'πρεπε να πάρει, ότι αυτή η διεκδίκηση στο χώρο της Ειδικής Αγωγής έρχεται τη στιγμή που είναι υπό «διαπραγμάτευση» το «τέταρτο μνημόνιο», με τη μορφή του δημοσιονομικού ‘κόφτη’ διαρκείας – που, είτε με από πριν νομοθετημένα μέτρα, είτε χωρίς, το ίδιο θα είναι.
(από εφημερίδα των συντακτών)

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More